ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΩΝ ΛΙΡΩΝ ΑΓΓΛΙΑΣ (αναφερόμαστε στα μονόλιρα) κι όσα κάνουν μια γνήσια λίρα να ξεχωρίζει από μια πλαστή.
Οι σύγχρονες λίρες, αυτές δηλ. που κόπηκαν από το 1817 έως τώρα έχουν κοινά χαρακτηριστικά σε γενικές γραμμές.
Όμως πάντα υπήρχαν και υπάρχουν διαφοροποιήσεις στις λεπτομέρειες του σχεδιασμού τους, ανάλογα με τον γλύπτη βάση του σχεδίου του οποίου φτιάχτηκε η μήτρα, δηλαδή το καλούπι του νομίσματος.
Σε γενικές γραμμές οι γνήσιες λίρες πρέπει να έχουν τα παρακάτω γνωρίσματα:
- Βάρος : 7, 9881 γρ.
- Διάμετρος : 22,05 χιλ.
- Καθαρότητα : 22 καράτια
- Πάχος : 1,52 χιλ.
Σημ. Οι μετρήσεις αυτές γίνονται με συγκεκριμένα όργανα υψηλής ακρίβειας.
- Πιστοποίηση χρονολογίας
- Πιστοποίηση νομισματοκοπείου
- Λεπτομέρειες σχεδίου
Υπάρχουν χρονολογίες κατά τις οποίες δεν έχουν κοπεί λίρες ή έχουν κοπεί σε κάποια νομισματοκοπεία ενώ σε άλλα όχι. Η κοπή των λιρών, κυρίως τις περιόδους των πολέμων, είχε προσαρμοστεί στις ανάγκες της εκάστοτε περιόδου.
Οι μήτρες των λιρών έχουν αρκετές παραλλαγές. |
ΤΟ ΚΡΑΜΑ ΤΩΝ ΛΙΡΩΝ
Όλες οι λίρες από το 1817 και μετά έχουν 11/12 μέρη καθαρού χρυσού κι 1/12 μέρη χαλκού.
Σε όλες όμως ανεξαιρέτως παραμένει ίδια η ποσότητα σε καθαρό χρυσό που είναι 91,7 % άρα 7,32 γρ. καθαρού χρυσού ανά λίρα. Εξαίρεση αποτελούν οι πρώτες λίρες που κόπηκαν σε νομισματοκοπεία της Αυστραλίας και οι λίρες του 1887 του νομισματοκοπείου του Λονδίνου όπου χρησιμοποιήθηκε κι ένα μέρος (1,25 %) από ασήμι με αποτέλεσμα αυτές να μην έχουν το συνηθισμένο χάλκινο χρώμα των λιρών αλλά πιο κιτρινωπή απόχρωση.
Συνταγή της λίρας: 11 μέρη χρυσού 1 μέρος χαλκού |
ΠΛΑΣΤΕΣ ΛΙΡΕΣ
Ο χρυσός χάρη στη μοναδική του πυκνότητα και χρώμα είναι ένα από τα μέταλλα που δύσκολα αντικαθίσταται από ένα άλλο για να φτιαχτούν «κάλπικες λίρες». Κανένα άλλο μέταλλο δεν είναι τόσο πυκνό όσο ο χρυσός κι έτσι είναι πάντα βαρύτερος σε σύγκριση με κάποιο άλλο μέταλλο του ιδίου μεγέθους και βάρους. Σε μια κάλπικη λίρα, που το κράμα του δεν αντιστοιχεί σε 917/1000χρυσού το αποτέλεσμα θα είναι μια λίρα που δεν έχει είτε σωστή διάμετρο είτε σωστό βάρος.Για αυτό οι περισσότερες κάλπικες λίρες είναι άλλοτε υπερμεγέθεις κι άλλοτε λιποβαρείς.
Όμως υπάρχουν επιτήδειοι που έχουν φτιάξει λίρες 22 (ή σχεδόν 22) καρατίων για να πετύχουν τα σωστά κριτήρια αξιολόγησης. Το κέρδος αυτών βέβαια είναι μόνο η διαφορά μεταξύ της τιμής του χρυσού και της υπεραξίας που έχει η λίρα ως επενδυτικό νόμισμα. Αυτές όμως οι λίρες δεν μπορούν να σταθούν ως γνήσιες καθώς οι περισσότερες είναι δημιούργημα όχι πολύ διαβασμένων παραχαρακτών και υπάρχει εμφανής αδυναμία να εντυπώσουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά μιας γνήσιας λίρας. Πολλές φορές φτιάχνονται λίρες που φέρουν λάθος πληροφορίες όσον αφορά την προέλευσή τους κι αυτές μπορούν να εξαπατήσουν πιο εύκολα όσους δεν γνωρίζουν λεπτομέρειες της κατασκευής τους.
Μια πλαστή λίρα του 1911 -μια χρονολογία με πάρα πολλές πλαστές. |
Ένας άλλος λόγος που δυσκολεύει το έργο των πλαστογράφων είναι οι ιδιαιτερότητες των λιρών έτσι όπως διαμορφώνονταν εξαιτίας της μήτρας (=καλούπι).
Μια μήτρα μπορεί να δώσει περίπου 100.000 τεμάχια με αποτέλεσμα οι πρώτες λίρες στη σειρά παραγωγής να διαφέρουν πολλές φορές από τις τελευταίες ως προς την όψη. Ήταν αρκετές και οι φορές που η μήτρα βελτιώθηκε ή διαφοροποιήθηκε κατά την κατασκευή της δίνοντας έτσι διαφορετικές λεπτομέρειες σε λίρες.
Παράλληλα βέβαια υπάρχουν και αλλαγές των μητρών ανά περιόδους σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας των λιρών Αγγλίας.
Διαφορετική σχεδίαση σε λεπτομέρεια λίρας. |
OI ΠΡΩΤΕΣ ΚΑΛΠΙΚΕΣ ΛΙΡΕΣ
Όταν το 1917 το Λονδίνο σταμάτησε την παραγωγή λιρών και τυπώνονταν λίρες μόνο σε Αυστραλία, Καναδά, Ν. Αφρική και Ινδία, με την εξουσιοδότηση βέβαια του Βρετανικού Νομισματοκοπείου αλλά σε περιορισμένα τεμάχια, άρχισαν και οι πρώτες συστηματικές κοπές αντιγράφων του πολυπόθητου νομίσματος.
Αυτός ήταν και ο λόγος που τη δεκαετία του ’50 άρχισε πάλι η κοπή των λιρών αποκλειστικά από το Βρετανικό νομισματοκοπείο. Παρ’ όλα αυτά η λίρα είναι πάντα στόχος παραχαρακτών λόγω της υψηλής περιεκτικότητας του σε χρυσό αλλά και της ζήτησης που εξακολουθεί να έχει.
Ένα κακής ποιότητας αντίγραφο λίρας |
ΒΑΣΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΠΛΑΣΤΩΝ ΛΙΡΩΝ
Αρχικά δυο ήταν αυτά τα κέντρα, η Ιταλία και η Συρία.
Τα νομίσματα από την Ιταλία μεταφέρονταν κυρίως στην Ελβετία από όπου διοχετεύονταν σε όλον τον κόσμο με ένα μεγάλο όγκο να καταλήγει στις αγορές της Μέσης Ανατολής, τη Ν. Αμερική, τη Δυτική Ευρώπη αλλά και την Ελλάδα.
Τα χαμηλής πιστότητας αλλά και καρατίων Συριακά αντίγραφα βρίσκουν επίσης ανταπόκριση στις αγορές της Μέσης Ανατολής αλλά και της Ινδίας.
Όσο για το κράμα, οι λίρες της Ιταλικής παραγωγής έχουν περιεκτικότητα σε χρυσό μεταξύ 91,2 % και 91,7 %, ενώ οι Λιβανέζικες/ Συριακές 88 % έως 91,5 %. Και οι ποσότητες των πλαστών ανά τον κόσμο; …Εκατομμύρια που κυκλοφορούν βέβαια και στη χώρα μας.
Πλαστή λίρα και μάλιστα με τη “βούλα” |
ΕΠΑΝΕΚΤΥΠΩΣΕΙΣ ΛΙΡΩΝ
Στα πρώτα χρόνια ο σκοπός της δημιουργίας των λιρών ήταν να χρησιμοποιηθούν ως μέσον συναλλαγής.
Ο μέσος όρος ζωής των λιρών σε κυκλοφορία ήταν περίπου 15 χρόνια και μετά έπρεπε να αντικατασταθούν καθώς έχαναν σε βάρος πέραν του επιτρεπτού σύμφωνα με τα «standards».
Για αυτό αν και υπάρχουν καταγεγραμμένες ένα δισεκατομμύριο λίρες που δόθηκαν στην κυκλοφορία αυτός ο αριθμός περιλαμβάνει και αυτές που έλιωσαν και τις «έκοψαν» ξανά, άρα πρακτικά δεν υπάρχουν οι ποσότητες αυτές.
Όπως κι όταν οι λίρες αποστέλλονταν, π.χ. στην Αμερική, για διεθνείς πληρωμές μεταξύ κρατών, πολύ συχνά η κυβέρνηση που παραλάμβανε τα νομίσματα τα έλιωνε για να τα μετατρέψει σε ράβδους. Έτσι κι αυτή είναι μια παράμετρος που επηρεάζει τον πραγματικό αριθμό των γνησίων λιρών σε κυκλοφορία.
Κι όταν τελικά με νόμο του 1933 στην Αμερική σταμάτησε η κυκλοφορία των χρυσών νομισμάτων ως μέσον συναλλαγής, πολλές λίρες Αγγλίας που βρίσκονταν σε χρηματοκιβώτια ή τραπεζικές θυρίδες είχαν την κοινή μοίρα να λιώσουν για να μετατραπούν σε ράβδους.
Πολλές λοιπόν είναι οι παράμετροι που καθορίζουν τη γνησιότητα μιας λίρας πέραν των τυπικών χαρακτηριστικών της.